Πριν ξεκινήσουμε να συζητάμε για οποιαδήποτε κατασκευή από συμπαγές ξύλο, είναι απαραίτητο να έχουμε διασφαλίσει ότι η ξυλεία έχει την κατάλληλη υγρασία για τη χρήση για την οποία προορίζεται. Αν δεν έχει διασφαλιστεί αυτή η προϋπόθεση, είναι βέβαιο ότι θα εμφανιστούν προβλήματα, σε σχετικά σύντομο διάστημα.
- Γιατί συμβαίνει αυτό;
Διότι το ξύλο εμφανίζει μεταβολή διαστάσεων, όταν μεταβάλλεται η υγρασία του. Σε υγρασίες ξύλου κάτω από 30%, όσο μειώνεται η υγρασία μειώνεται και ο όγκος του ξύλου, ενώ ισχύει και το αντίστροφο: πρόσληψη υγρασίας επιφέρει διόγκωση του ξύλου. Το χειρότερο δε, είναι ότι αυτή η μεταβολή διαστάσεων δεν προκύπτει ομοιόμορφα στη μάζα του ξύλου. Δηλαδή η μεταβολή είναι ασήμαντη (αμελητέα) κατά την έννοια του μήκους του κορμού (παράλληλα με τα «νερά» του ξύλου), είναι περίπου 10 φορές μεγαλύτερη στις ακτινικές επιφάνειες με τα ίσια νερά (ισόβενες) και είναι 20 φορές μεγαλύτερη στις εφαπτομενικές επιφάνειες με νερά σε παραβολοειδή σχεδίαση (φαρδύβενες). Αυτό συμβαίνει λόγω της διαφορετικής διάταξης των κυττάρων στη μάζα του ξύλου, όπου συγκροτούν ένα περίπλοκο ιστό.
Στον κορμό του δέντρου ο τρόπος που παρήχθησαν οι σανίδες επηρεάζει τόσο την εμφάνιση, όσο και τη συμπεριφορά τους. Ανάλογα με τον τρόπο πρίσης, μεταβάλλονται και οι διαστάσεις τους στις μεταβολές της υγρασίας. Στο σχήμα μας διακρίνουμε τις διαφορετικές επιφάνειες: ακτινικές (ισόβενες), εφαπτομενικές (φαρδύβενες) και εγκάρσιες (σόκορα).
- Και πως αντιμετωπίζεται αυτό το πρόβλημα;
Όπως αναφέρθηκε, ο πλέον ορθός τρόπος είναι η ξυλεία να έχει προηγούμενα ξηρανθεί σωστά (ομοιόμορφα) και να έχει υγρασία που να αντιστοιχεί στις συνθήκες χρήσης της. Οι συνθήκες αυτές απαιτούν υγρασία ξύλου ιδανικά 8-9 % (ανεκτό και το 7-10%), εφόσον μιλάμε για κατασκευή επίπλου ή γενικά μια κατασκευή για εσωτερικό χώρο θερμαινόμενου κτιρίου (άρα και ξύλινα δάπεδα, ξύλινες σκάλες, επενδύσεις κλπ.). Αν μιλάμε για κατασκευή κουφώματος (εξώπορτα ή παράθυρο) απαιτείται υγρασία 10-12 % στο ελληνικό κλίμα, ενώ σε εξωτερικές κατασκευές η επιθυμητή υγρασία πρέπει να κυμαίνεται 12-16 %, ανάλογα με την περιοχή της ελληνικής επικράτειας και τις τοπικές συνθήκες. Σύμφωνα με τους Αμερικανούς ερευνητές που – ως γνωστόν – είναι μανιώδεις στατιστικολόγοι, το 85 % περίπου των προβλημάτων στις ξύλινες κατασκευές σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με την λάθος αρχική υγρασία της ξυλείας! Στην Ελλάδα, λόγω του ξηροθερμικού μας κλίματος, δεν δίνεται η πρέπουσα σημασία στον τομέα αυτόν και κάποιες φορές τα αποτελέσματα είναι οδυνηρά. Και όμως, σήμερα είναι πρακτικά πολύ απλό – με ένα υγρόμετρο ξύλου – να έχουμε εξαρχής σαφή εικόνα της κατάστασης. Προμηθευόμαστε επομένως ξηραμένη ξυλεία ή αναμένουμε – αν χρειαστεί – να αποκτήσει η ξυλεία την κατάλληλα υγρασία. Αυτό έκαναν άλλωστε και οι παραδοσιακοί επιπλοποιοί, όταν φρόντιζαν να στοκάρουν ξυλεία για να τη χρησιμοποιήσουν μετά από 1, 2 ή παραπάνω χρόνια.
- Τα παραπάνω αρκούν για μια ορθή κατασκευή;
Δυστυχώς, όχι. Ακόμη και η κατάλληλα ξηραμένη ξυλεία μπορεί να προσροφήσει κάποια υγρασία από την ατμόσφαιρα, οπότε επέρχεται μια μικρή μεταβολή (διόγκωση, «φούσκωμα») στις διαστάσεις της. Εάν λοιπόν τα τεμάχια της ξυλείας δεν είναι κατάλληλα συναρμοσμένα μεταξύ τους, παρατηρούνται ανομοιόμορφες μεταβολές διαστάσεων σε γειτονικά τεμάχια, προκύπτουν «ανοίγματα» ή «δόντια», πετσικαρίσματα ή σκασίματα. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές σε μεγάλες, πλατιές επιφάνειες από συμπαγή ξυλεία, όπως π.χ. είναι τα καπάκια των τραπεζιών ή τα συμπαγή ξύλινα πατώματα. Πρώτη δουλειά επομένως του τεχνίτη είναι το ορθό «ταίριαγμα» των σανίδων, ώστε εκτός από την εμφάνιση, την ομοιοχρωμία, πρέπει να συναρμόσει σανίδες με κριτήριο επίσης την ομοιόμορφη συμπεριφορά σε περίπτωση μεταβολής της υγρασίας στην ξυλεία. Στα σχήματα που ακολουθούν αναδεικνύεται η σημασία της ορθής γειτνίασης των ξύλινων στοιχείων. Έτσι λοιπόν προτιμώνται μόνο ακτινικές ή μόνο εφαπτομενικές σανίδες για δημιουργία μεγάλης επιφάνειας (οι ακτινικές πάντως είναι πιο «σταθερές»), αλλά και ο τρόπος που κάθε ξύλινο στοιχείο ταιριάζει με το διπλανό του παίζει καθοριστικό ρόλο ώστε να προκύψει το κατάλληλο αποτέλεσμα από αισθητική και τεχνική άποψη.
Το πρώτο παράδειγμα αφορά τη δημιουργία μεγάλης (φαρδιάς) επιφάνειας από ακτινικές σανίδες:
Ορθός τρόπος σύνδεσης σανίδων, σε μια επιφάνεια από ακτινικές (ισόβενες) σανίδες (εγκάρσια τομή σε ξύλινη επιφάνεια).
Λανθασμένος τρόπος σύνδεσης σανίδων, σε μια επιφάνεια από ακτινικές (ισόβενες) σανίδες. Η διαφορετική θέση του ξύλου στον κορμό θα προκαλέσει διαφορετική διόγκωση, άρα υπάρχει κίνδυνος εμφάνισης «δοντιών» στην επιφάνεια (εγκάρσια τομή σε ξύλινη επιφάνεια).
Οι παραδοσιακοί τεχνίτες ονόμαζαν αυτή την τεχνική με τη ρήση: «Καρδιά με καρδιά, καπάκι με καπάκι», καθώς ταίριαζαν την εσωτερική πλευρά της σανίδας (καρδιά) με την εσωτερική πλευρά της γειτονικής και την εξωτερική (καπάκι) με την εξωτερική της γειτονικής, κοκ.
Στην περίπτωση πάλι που χρησιμοποιήσουμε σανίδες με εφαπτομενικές επιφάνειες, έχει επίσης σημασία το πως θα τοποθετηθούν μεταξύ τους τα γειτονικά τεμάχια:
Ορθός τρόπος σύνδεσης σανίδων με εφαπτομενικές επιφάνειες: Η εσωτερική πλευρά των σανίδων (αυτή που ήταν πιο κοντά στο εσωτερικό του κορμού) τοποθετείται στην από πάνω (ορατή) επιφάνεια της κατασκευής. Αν τυχόν οι αρμοί «ανοίξουν» από μεγάλη απώλεια υγρασίας, αυτό θα συμβεί κυρίως στην κάτω (μη εμφανή) πλευρά της κατασκευής (εγκάρσια τομή σε ξύλινη επιφάνεια).
Εναλλακτικός τρόπος ορθής σύνδεσης σανίδων με εφαπτομενικές επιφάνειες. Η εσωτερική πλευρά των σανίδων τοποθετείται εναλλάξ (μια προς τα πάνω – μια προς τα κάτω). Οι αρμοί δεν πρόκειται να ανοίξουν από τυχόν μεταβολές της υγρασίας, η επιφάνεια όμως ενδέχεται συνολικά να εμφανίσει μια «κυμάτωση» (εγκάρσια τομή σε ξύλινη επιφάνεια).
Αν οι συνθήκες θερμοκρασίας και ιδιαίτερα υγρασίας του αέρα στο χώρο χρήσης είναι σταθερές, δεν πρόκειται να παρατηρηθούν προβλήματα σαν τα παραπάνω. Πρακτικά όμως αυτό δεν είναι εύκολο να συμβεί, καθώς οι μεταβολές των εποχών αλλά και οι ανθρώπινες δραστηριότητες μεταβάλλουν τις συνθήκες του χώρου. Πρέπει επομένως να δίνεται εξαρχής μεγάλη σημασία τόσο στην αρχική υγρασία του ξύλου, όσο και στον τρόπο συναρμογής.
Σημαντικό ρόλο βέβαια θα παίξουν στην ομαλή «συμπεριφορά» των κατασκευών και τα επιχρίσματα που θα επικαλύψουν τις επιφάνειες, αυτό όμως είναι από μόνο του ένα άλλο, μεγάλο κεφάλαιο.
Μιχάλης Σκαρβέλης
Τεχνολόγος Ξύλου, Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας